- βραδέα
- βραδύςslowneut nom/voc/acc pl (epic ionic)βραδέᾱ , βραδύςslowfem nom/voc/acc dual (epic ionic)βραδύςslowfem nom/voc sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
βραδιά — η 1. το βράδι 2. η νύχτα. [ΕΤΥΜΟΛ. Το θηλ. βραδεία του επιθ. βραδύς*, όπως και άλλα αρχ. επίθετα σε ύς, εία, ύ, μετασχηματίστηκε στους μτγν. και βυζαντινούς χρόνους σε βραδέα, από το οποίο προήλθε με συνίζηση ο τ. βραδιά (πρβλ. βαρεία, βαρέα,… … Dictionary of Greek
επιβραδυντής — Ένα υλικό που χρησιμοποιείται σε έναν αντιδραστήρα για την επιβράδυνση των νετρονίων που εκπέμπονται κατά τις σχάσεις των πυρήνων του καυσίμου. Τα νετρόνια όταν παράγονται έχουν ενέργεια αρκετών εκατομμυρίων ηλεκτρονιο βολτ. Στους θερμικούς… … Dictionary of Greek
θερμικός — Αυτός που έχει σχέση με τη θερμότητα ή τη θερμοκρασία. θ. αγωγιμότητα.Βλ. λ. αγωγιμότητα (θερμική). θ. ακτινοβολία. Βλ. λ. ακτινοβολία. θ. διαστολή. Βλ. λ. διαστολή. θ. ενέργεια.Βλ. λ. ενέργεια. θ. θόρυβος. Θόρυβος που οφείλεται στη θερμοδυναμική … Dictionary of Greek
θόριο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Th. Ανήκει στην τρίτη ομάδα του περιοδικού συστήματος, στην οικογένεια των ακτινίδων. Έχει ατομικό αριθμό 90, ατομική μάζα 232,04 και δύο σταθερά ισότοπα· το 230Th, που ονομάζεται και ιόνιο, εκπέμπει ισχυρά σωμάτια α.… … Dictionary of Greek
ουράνιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο U. Ανήκει στην τρίτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, στην οικογένεια των ακτινιδών, έχει ατομικό αριθμό 92, ατομικό βάρος 238,07. Είναι το βαρύτερο από τα φυσικά στοιχεία. Το ισότοπο φυσικό μείγμα… … Dictionary of Greek
τρίτιο — Βαρύ ισότοπο του υδρογόνου με σύμβολο Η3 (ή Τ3) και ατομικό βάρος 3,01704· παράγεται στα υψηλότερα στρώματα της ατμόσφαιρας, από τα άτομα του αζώτου που βομβαρδίζονται από τα νετρόνια των κοσμικών ακτίνων. Το τ. ενωμένο με το οξυγόνο… … Dictionary of Greek
λίθιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Li. Ανήκει στην πρώτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, στην υποομάδα των μετάλλων των αλκαλίων. Έχει ατομικό αριθμό 3, ατομική μάζα 6,941, δύο σταθερά ισότοπα (τα 6Li και 7Li) και δύο ραδιενεργά (τα 8Li… … Dictionary of Greek
πλουτώνιο — Χημικό στοιχείο, που ανήκει στην τρίτη ομάδα του περιοδικού συστήματος, στην οικογένεια των υπερουρανικών ακτινιδών. Εχει σύμβολο Pu και ατομικό αριθμό 94. Απομονώθηκε και παρασκευάστηκε από τον Κένεντι Μακ Μίλαν, τον Σίμποργκ και τον Βαλ του… … Dictionary of Greek
πυρηνικός αντιδραστήρας — Συσκευή η οποία επιτρέπει την ελεγχόμενη εξέλιξη μιας αλυσιδωτής πυρηνικής αντίδρασης, κατά την οποία πραγματοποιείται σχάση του ουρανίου ή άλλων σχάσιμων στοιχείων, με αποτέλεσμα παραγωγή ενεργείας (πυρήνας ατομικός) και ενός μεγάλου αριθμού… … Dictionary of Greek
Σέγκρε, Αιμίλιο — (Segre). Αμερικανός φυσικός, ιταλικής καταγωγής (Τίβολι, Ρώμη 1905). Συνεργάτης του Φέρμι στα κλασικά πειράματα του βομβαρδισμού των ατομικών πυρήνων με νετρόνια (1936 1938) υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την Ιταλία εξαιτίας των φυλετικών διώξεων.… … Dictionary of Greek